Το να δουλεύεις σε καζίνο δεν είναι απλώς μια ακόμα εργασία. Αρκετοί πιστεύουν ότι απλά στέκεσαι σε ένα σημείο και παίρνεις τα λεφτά του κόσμου, αλλά όσοι κάνουν αυτή τη δουλειά κανονικά, διαβεβαιώνουν πως είναι μια δουλειά που δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα. Πρέπει να είσαι πάντα συγκεντρωμένος, σε εγρήγορση σε όλη την διάρκεια της βάρδιάς σου, να έχεις αστραπιαίους χρόνους αντίδρασης και επιπλέον, πρέπει το ψεύτικο χαμόγελό σου να είναι πειστικό.
Βλέπεις όμως και πολλά τρελά πράγματα, γιατί στο καζίνο συναντάς διάφορα είδη ανθρώπων, από άτομα εξαρτημένα στον τζόγο που ψάχνουν απεγνωσμένα την ευκαιρία να γίνουν πλούσιοι, μέχρι εκκεντρικούς δισεκατομμυριούχους και από θλιβερούς γέρους που παίζουν όλη τους την σύνταξη, μέχρι έφηβους που πληρώνουν την είσοδο για να απολαύσουν το δωρεάν φαγητό. Κάποιοι από αυτούς το χάνουν τελείως όταν όλα τους τα λεφτά γίνονται καπνός.
«Το 2009 έγιναν τα εγκαίνια ενός καζίνο στο Βουκουρέστι. Είχα μια κάποια εμπειρία με το τραπέζι της ρουλέτας, οπότε ο διευθυντής στηριζόταν σε μένα εκείνο το βράδυ. Πέντε λεπτά αφότου άνοιξαν οι πόρτες, ήρθαν στο τραπέζι τρεις τύποι και μου έδωσαν μερικές χιλιάδες ευρώ ώστε να τα αλλάξω σε μάρκες. Όταν είδα τα χρήματα, πανικοβλήθηκα λίγο, αλλά άλλαξα τα λεφτά και ετοιμάστηκα για την πρώτη μπίλια της βραδιάς. Δεν ξέρω πως, αλλά άρχισε να τρέμει το χέρι μου και η μπίλια κατέληξε κάτω από την πόρτα της κουζίνας. Άρχισα να ιδρώνω από το άγχος, χαμογέλασα αμήχανα και ζήτησα συγγνώμη. Το ίδιο έκανε και ο προϊστάμενος μου, που ήταν με το μέρος μου και με ενθάρρυνε.
Ο σερβιτόρος μας επέστρεψε την μπίλια και την έριξα στη ρουλέτα για μια ακόμη φορά. Αυτήν την φορά η μπίλια προσγειώθηκε στην σκηνή, στα πόδια του ντράμερ του καζίνο. Άρχισα να βρίζω από μέσα μου, καθώς οι τύποι με κοίταζαν κι εγώ κάλυπτα τα μάτια μου με τα χέρια μου. Ένας από αυτούς με ρώτησε αν ήμουν αρχάριος και τους είπα πως όχι, το αντίθετο, είχα άφθονη εμπειρία, αλλά είχα βάλει λίγο παραπάνω ενυδατική κρέμα στα χέρια μου. Γέλασαν όλοι με αυτό και προς στιγμήν ηρέμησα λίγο. Εν τω μεταξύ, κάποιος μου επέστρεψε την μπίλια. Ξανά. Πλέον, με κοιτούσε το μισό καζίνο, όπως θα κοίταζες μια ιπποδρομία. «Θα τα καταφέρει να τα σκατώσει πάλι;».
Πήρα την μπίλια και δοκίμασα για μια ακόμη φορά να τη στροφάρω στη ρουλέτα. Ούτε και τώρα. Αυτή την φορά κατέληξε στο ουισκοπότηρο ενός πελάτη. Δεν ήταν η βραδιά μου. Περίμενα τα εγκαίνια για πέντε μήνες και δεν μπορούσα ούτε τα βασικά να κάνω.»