Το συγκεκριμένο βίντεο του ΑΜΑΝ με τον Σωτήρη Καλυβάτση στον ρόλο του θεότρελου κρουπιέρη αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά παραδείγματα του σουρεαλιστικού χιούμορ που χαρακτήριζε διαχρονικά την εκπομπή. Από την πρώτη στιγμή που εμφανίζεται ο Καλυβάτσης, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει δεν έχει καμία σχέση με την παραδοσιακή έννοια του τραπεζιού του blackjack, αλλά μάλλον με μια διακωμώδηση του ίδιου του παιχνιδιού και των κανόνων του.
Η απρόβλεπτη ρουλέτα και ο «σοβαρός» παραλογισμός
Αντί για την κλασική, ήρεμη ατμόσφαιρα που περιμένει κανείς σε ένα live καζίνο, ο θεότρελος κρουπιέρης του Καλυβάτση καταστρατηγεί όλους τους κανόνες λογικής. Το κωμικό στοιχείο αντλείται από την υπερβολική του ενέργεια και το τυχαίο, χαοτικό αποτέλεσμα κάθε μοιρασιάς. Ο Καλυβάτσης ζει σε μια δική του διάσταση, όπου τα πάντα είναι πιθανά. Ένα τραπέζι μπλακτζάκ στο οποίο οι παίκτες λένε «θέλουμε να παίξουμε» και ο κρουπιέρης τους δίνει αρκουδάκια και παιδικά αυτοκινητάκια και τους λέει «ορίστε παίξτε».
Αυτό που κάνει ακόμα πιο αστείο το σκετς είναι η ψευδαίσθηση σοβαρότητας που προσπαθεί να διατηρήσει ο κρουπιέρης. Με ύφος βαρύ και αμετάβλητο, ανακοινώνει κάθε χιουμοριστική του υπερβολή, κάθε λογοπαίγνιο που αφορά το live μπλακτζακ, σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Το στοιχείο της υπερβολής είναι έντονο, και αυτή η αντιφατικότητα μεταξύ του «σοβαρού» ύφους και του σουρεαλιστικού περιεχομένου είναι που κάνει το σκετς να ξεχωρίζει.
Το ταλέντο του Καλυβάτση και το σουρεαλιστικό χιούμορ
Ο Σωτήρης Καλυβάτσης λάμπει σε αυτόν τον ρόλο, καθώς καταφέρνει να κρατήσει τον χαρακτήρα του κρουπιέρη σε μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην απόλυτη σοβαρότητα και την πλήρη τρέλα. Η ατάκα του, το ύφος του, οι αυθόρμητες αντιδράσεις του κάθε φορά που το ζευγάρι των παικτών αντιδρούν σε κάτι τελείως παράλογο που τους είπε, απογειώνουν το χιούμορ του σκετς. Η επιδεξιότητά του να διαχειρίζεται το παράλογο και να το παρουσιάζει με αφοπλιστική φυσικότητα είναι σήμα κατατεθέν του ταλέντου του.
Αυτό που κάνει το βίντεο σπουδαίο δείγμα σουρεαλιστικού χιούμορ είναι η απόλυτη άρνηση της λογικής και των κανόνων που διέπουν μια φυσιολογική σκηνή σε νόμιμα καζίνο. Οι ανατροπές είναι συνεχείς, ο ρυθμός καταιγιστικός. Το χιούμορ του ΑΜΑΝ ανέκαθεν βασιζόταν σε αυτή την απρόβλεπτη, σουρεαλιστική διάσταση, και αυτό το σκετς είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Εξάλλου και εσείς αν είστε κρουπιέρης και σας έλεγε ο παίκτης στο μπλακτζάκ «ας ξεκινήσουμε», δε θα βγάζατε ένα πιστόλι και σαν αφέτης θα πυροβολούσατε στον αέρα για να ξεκινήσει ο αγώνας; Και όλα αυτά με την πειστική δικαιολογία «Παλιά ήμουν δρομέας και μου ‘χει μείνει».
Αν και έχουν περάσει χρόνια από την πρώτη προβολή του, το σκετς παραμένει το ίδιο φρέσκο και αστείο. Η αίσθηση της τυχαιότητας και του παραλόγου που παρουσιάζεται μέσα από σκηνές όπως αυτή που ο παίκτης δίνει τα λεφτά του και ζητάει μάρκες για να παίξει και αντ’ αυτού του δίνονται μεταλλικές μάρκες αυτοκινήτων. Τα πάντα μπορούν να συμβούν και κανείς δεν μπορεί να πάρει τίποτα πολύ στα σοβαρά. Αν δεν το έχεις δει δες το σήμερα. Σε λιγότερο από 4 λεπτά θα έχεις πάρει μία πολύ γερή γεύση από το παλιό χιούμορ του ΑΜΑΝ. Αν το έχεις δει, σίγουρα θα το ξαναδείς. Το μόνο σίγουρο.